Μποστ, ένας λαϊκός και λόγιος γελοιογράφος
ΑΘΗΝΑ 15/04/2013
"Ήταν ένα περίεργο, πολυτάλαντο ον και όταν οι δημοσιογράφοι έγραφαν ότι ήταν ο νέος Αριστοφάνης, ο Μποστ απαντούσε με χιούμορ 'μα ο Αριστοφάνης δεν ζωγράφιζε' και όταν τον παρουσίαζαν ως νέο Θεόφιλο, απαντούσε 'μα ο Θεόφιλος δεν έγραφε θεατρικά έργα' και στη συνέχεια σχολίαζε 'οι δημοσιογράφοι γράφουν ό,τι θέλουν'", είπε ο Κώστας Μποσταντζόγλου, γιος του μεγάλου σκιτσογράφου, ζωγράφου και συγγραφέα Μποστ, στην ημερίδα που διοργανώθηκε στο Μουσείο Μπενάκη σε συνεργασία με την ΠΟΕΣΥ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών), με τίτλο "Ξαναθυμόμαστε τον Μπόστ".Η ημερίδα οργανώθηκε στο πλαίσιο της έκθεσης "CHERCHEZ ΝΑ ΦΑΜ! Ο Μποστ του Τύπου", για τη γελοιογραφική σάτιρα του Μποστ στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο από τα τέλη του 1950 έως το 1980, η οποία μέσα από τα ιδιοφυή σκίτσα του καλλιτέχνη, ανιχνεύει τη σύγχρονη σημασία της σάτιράς του, καθώς και την αισθητική αρτιότητά της, που ξεπερνά το εφήμερο.
"Ήταν ένας αυστηρός, άγαρμπος, βλοσυρός, ξεροκέφαλος, ευθύς, εργασιομανής, τρυφερός, ευαίσθητος, φανατικά έντιμος, βαρύς και ασήκωτος ανατολίτης. Δεν επιδίωξε να γίνει γνωστός, το ότι έγινε το θεώρησε φυσικό μιας και επιβράβευε τους κόπους μιας ζωής, αλλά μη ξέροντας και μη θέλοντας να το διαχειριστεί όλο αυτό το αντιμετώπιζε αμήχανα. Ώρες- ώρες το έβλεπε και σαν δυστύχημα. Ήταν φανατικά σεμνός και απλός, παρεξηγήσιμα χαμηλών τόνων. Θα έλεγε κανείς πως δεν ήξερε την αξία του. Την ήξερε, απλά δεν έδινε σημασία σε εφήμερα πράγματα. Προτιμούσε να είναι ένας οικογενειάρχης όπως όλοι. Να τον αγαπάει ο περίγυρός του, το σόι του και να τον εκτιμούν οι φίλοι του", συμπλήρωσε ο Κώστας Μποσταντζόγλου.
"Ο Μποστ ήταν καθαρά βυζαντινός και συνέδεσε τη λαϊκή παράδοση με τη λόγια παράδοση. Η μανιέρα του ήταν αναγνωρίσιμη, αλλά τη ρουτίνα που αυτή η αναγνωρισιμότητα πιθανόν να δημιουργούσε, την αναιρούσε η διαρκής του πρωτοτυπία. Κάθε φορά σού έδινε την εντύπωση ότι έφτιαχνε την πρώτη του γελοιογραφία. Αυτό του εξασφάλιζε μια φρεσκάδα, που έκανε το έργο του οικείο και ταυτόχρονα επαναστατικό. Αυτό που χαρακτηρίζει το έργο του είναι ότι ο Μποστ ένιωσε και περιέγραψε αυτό το διαρκές και ευγενικό πένθος των Ελλήνων. Την ιστορία που άλλοτε σαν προίκα και άλλοτε σαν κατάρα φέρουν άνθρωποι που το παρελθόν τους είναι πολύ μεγάλο και που σε αυτό το παρελθόν μαζεύτηκαν πολλά γεγονότα. Το ωραίο με τον Μποστ είναι ότι πλησίαζε αυτά τα γεγονότα με ευγένεια. Το έργο του Μποστ σε βάζει σε ένα ταξίδι όπου πρέπει μόνος σου να ψάξεις να αιτιολογήσεις και να πας παραπέρα και γι' αυτό όλοι νιώθουμε μία ευφορία μπροστά σε μια γελοιογραφία του Μποστ, γιατί αυτή η γελοιογραφία είναι μία γιορτή, ένα πανηγύρι", είπε ο σκιτσογράφος Στάθης.
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος αναφέρθηκε στη λογιότητα και την Κωνσταντινουπολίτικη παράδοση του Μποστ και τόνισε: "Ήταν ένας λόγιος, γνώστης του γλωσσικού προβλήματος της χώρας μας, και ο ίδιος χρησιμοποιούσε την καθαρεύουσα. Ήταν ένας σκεπτόμενος με αριστερή συνείδηση".
Στους θρυλικούς χαρακτήρες του, την καθημαγμένη Μαμά Ελλάδα, την Ανεργίτσα και τον Πειναλέοντα, που είναι απολύτως επίκαιροι και σήμερα, αναφέρθηκε ο ηθοποιός Θανάσης Παπαγεωργίου, ο οποίος μίλησε πολύ θερμά για τον Μποστ με τον οποίο, όπως είπε, "συνδέθηκε με μια πολύ σημαντική καλλιτεχνική πορεία, με καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία".
Τον συντονισμό της ημερίδας είχε η Μαρίνα Κοτζαμάνη, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, κόρη της ιστορικού τέχνης Μαρίας Κοτζαμάνη, η οποία χάθηκε πρόσφατα και είχε σχεδιάσει την έκθεση "CHERCHEZ ΝΑ ΦΑΜ! Ο Μποστ του Τύπου", η οποία θα διαρκέσει ως τις 19 Μαΐου.
Πηγή: ΑΜΠΕ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου