Γιατί το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι το καλύτερο του κόσμου


 
 
 
                     
 
 
 
 
 
 
 


Δεν έχει να κάνει με το άθλημα, έχει να κάνει με την πολιτική, το χρήμα, την εκπαίδευση και τα μαθήματα ζωής


Δεν χρειάστηκαν 90 λεπτά. Δεν χρειάστηκε καν να αρχίσει το παιχνίδι. Συνήθως, αυτά τα καταλαβαίνεις από νωρίς. Το παιχνίδι ΠΑΟΚ - Ολυμπιακός, τη Μεγάλη Τετάρτη, ήταν εξαιρετικό δείγμα. Ηταν από τις αποδείξεις πως το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν είναι κακό. Θα ήταν ανούσιο να το κατατάξουμε τόσο εύκολα, με τέτοια επιφανειακή ευκολία, σαν ερασιτέχνες παρατηρητές. Το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει ξεπεράσει την επιφάνεια και είναι πια σαν ένα έργο τέχνης: Είναι πια τόσο κακό, που είναι εξαιρετικό.

Να εξηγηθούμε: Πριν από 10 χρόνια, ο αρχισυντάκτης του αμερικανικού περιοδικού «The New Republic», Φράνκλιν Φόερ, ταξίδεψε για χρόνια στην Ευρώπη, ψάχνοντας την αλήθεια πίσω από το ποδόσφαιρο. Μάζεψε ποδοσφαιρικές ιστορίες που συνδέουν τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και τους φανατικούς του Ερυθρού Αστέρα. Εγραψε για τον ρόλο του Πάπα στην κόντρα Προτεσταντών και Καθολικών στις αναμετρήσεις των Ρέιντζερς με τη Σέλτικ στη Σκωτία.

Υπογράμμισε την τηλεοπτική επιρροή του ιδιοκτήτη της Μίλαν Σίλβιο Μπερλουσκόνι στην ποδοσφαιρική και πολιτική ζωή της Ιταλίας στα 90s. Το ταξίδι του δεν τον οδήγησε μέχρι την Ελλάδα. Κακώς.

Το βιβλίο του ονομάστηκε «Πώς το ποδόσφαιρο εξηγεί τον κόσμο» και κατέληγε στο ότι «κάθε πόλη στην Ευρώπη φαίνεται να διατηρεί όλο αυτό το ποδοσφαιρικό μίσος για μια ομάδα. Κυρίως γιατί, κόντρα στη λογική, το μίσος προσφέρει μια πορνογραφική ευχαρίστηση. Αλλωστε, κανείς δεν μισεί περισσότερο έναν γείτονα από τον γείτονά του...». Αν πιστέψουμε τις αναλύσεις του Φόερ και τις εντάξουμε στην ελληνική πραγματικότητα, το ελληνικό ποδόσφαιρο πράγματι εξηγεί τον (ελληνικό) κόσμο καλύτερα από χιλιάδες κείμενα.

Ας επιστρέψουμε στη στιγμή που ο ΠΑΟΚ έπαιξε με τον Ολυμπιακό. Δύο ομάδες, δύο κόσμοι, δύο ιστορίες, δύο σημαντικοί οικονομικοί παράγοντες του τόπου. Η μονομαχία των ομάδων του επενδυτή από τη Ρωσία Ιβάν Σαββίδη και του έλληνα εφοπλιστή Βαγγέλη Μαρινάκη ξεκίνησαν με ανακοινώσεις γραμμένες με κεφαλαία γεμάτες απειλές, συνεχίστηκαν με έναν (κάτι σαν) αγώνα όπου ακριβοπληρωμένοι υπάλληλοι απεδείκνυαν την πίστη στο αφεντικό τους με ξύλο, αποβολές, ατιμώρητες εξέδρες και ολοκληρώθηκαν με απειλές για μηνύσεις, στρεψοδικίες και παλιές ατιμώρητες ιστορίες. Δεν είναι κάτι που εξέπληξε κανέναν. Το αντίθετο, όλη αυτή η εικόνα που μοιάζει βγαλμένη από μια παρακμιακή ταινία για τον χουλιγκανισμό στα 70s μοιάζει φυσική.

Δεν ήταν πάντα έτσι. Μπορεί το ποδόσφαιρο να μην ήταν ποτέ μια αγγελική κατάσταση, αλλά τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει ξεφύγει, σε μια μεγεθυσμένη εκδοχή της κοινωνίας. Η επικράτηση του νόμου του ισχυρού, η εμφάνιση και ο τζίρος του στοιχήματος, η εξαφάνιση των παραγόντων που προσπάθησαν να διαφοροποιηθούν, σε συνδυασμό με το γεγονός πως η αθλητική δημοσιογραφία εξαγοράστηκε - ή εκφοβιστικά απέκρυψε κάθε λογική αλήθεια - έχει φέρει τα πράγματα σε ένα προφανές αδιέξοδο.

Η νομοθεσία του «αυτοδιοίκητου», ένα περίεργο δημιούργημα της παγκόσμιας ομοσπονδίας (FIFA), η οποία απαγορεύει οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση στο ποδόσφαιρο, βολεύει τους παράγοντες και εγκλωβίζει τις κυβερνήσεις που προτιμούν να στέλνουν ορισμένους ταλαίπωρους αστυνομικούς να τρώνε ξύλο από οργανωμένους στρατούς πλουσίων ανθρώπων με επιρροή, παρά να το αντιμετωπίσουν.

Ο αμερικανός δημοσιογράφος είχε δίκιο. Το ποδόσφαιρο εξηγεί τον κόσμο. Και σε αυτή την κατάσταση που βρισκόμαστε, το ελληνικό ποδόσφαιρο, ένα «House of Cards» με λιγότερη λάμψη, ένα αθλητικό γεγονός που για να το καταλάβεις πρέπει να διαβάσεις και το αστυνομικό ρεπορτάζ, νιώθει τόσο ισχυρό που βγαίνει στις κάλπες. Οχι μόνο ο Θοδωρής Ζαγοράκης, που επιλέχθηκε από τη ΝΔ ως λαμπερός, φωτογενής ευρωβουλευτής, αλλά κυρίως με το ψηφοδέλτιο του Ολυμπιακού στον Πειραιά, εκεί που η εικόνα της πόλης, του λιμανιού και (κυρίως) της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης διακυβεύεται με όχημα μια μπάλα ποδοσφαίρου.

Ολα αυτά τα λυρικά κείμενα, τα πρωτοσέλιδα με τη λέξη «Ντροπή» και η απελπισία των ελάχιστων λογικών, ρομαντικών ή απλώς επαγγελματιών γραφιάδων πρέπει να σταματήσουν. Ας αποφασίσουμε πως το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι, από επιλογή, το καλύτερο που θα μπορούσαμε να έχουμε. Είναι εντυπωσιακό με έναν διεστραμμένο τρόπο, είναι ένα εκπαιδευτικό μάθημα του νόμου του ισχυρού, μπορεί να σε μάθει να επιβιώνεις, έχει γέλιο και, το κυριότερο: εξηγεί τον κόσμο μας με ανατριχιαστική ωμότητα.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 27  Απριλίου 2014

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο δημιουργός του «Πίτερ Παν» Τζέιμς Μπάρι

Ο αδάμαστος αρχηγός των Απάτσι, Τζερόνιμο

Ο θρυλικός βρετανός κομμωτής Βιντάλ Σασούν