Από τα παιδικά χρόνια στον Πειραιά έως τη «Μέδουσα»
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ
Δυόμισι σχεδόν δεκαετίες μετά τον θάνατο του Γιάννη Τσαρούχη, ήρθε
πλέον ο καιρός να προσεγγίσουμε ερμηνευτικά το πολύτροπο έργο του, που
δονείται από αίσθηση ζωής και φως. Και σε καμία περίπτωση δεν
εξαντλείται με μια αναδρομική, όσο επαρκής κι αν είναι, όπως αυτή που
είδαμε προ τετραετίας στο Μουσείο Μπενάκη.
Ο ίδιος ευτυχώς δεν άφησε μόνο το
πλούσιο έργο του ως «αυτοβιογραφία», αλλά σχολαστικά φρόντισε να μας
εφοδιάσει με γραπτά κείμενα, σημειώσεις, σκέψεις και λεπτομέρειες της
περιπέτειάς του με την τέχνη και τα ερωτήματα της ζωής, όλα αυτά δηλαδή
που συγκροτούν το δικό του συναξάρι.Πάνω σε ένα τέτοιο υλικό, δικό του, που φροντίζει με αφοσίωση, όπως ολόκληρο το έργο του Τσαρούχη, η ανιψιά του Νίκη Γρυπάρη, πρόεδρος του ομώνυμου Ιδρύματος, πατάει το πρώτο μέρος της «Εικονογράφησης μιας αυτοβιογραφίας», στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς), έως τις 27 Ιουλίου 2014.
Με βασικά εργαλεία κείμενα, σημειώσεις, συνεντεύξεις, φωτογραφίες και φυσικά έργα του, πάνω από 200, επιχειρείται μια αποκρυπτογράφηση και μια ερμηνεία της καλλιτεχνικής πορείας του ζωγράφου, από το 1910 (έτος γέννησης) έως το 1940, έτος του Πολέμου και της επιστράτευσής του, που σηματοδοτεί και μια τεχνοτροπική στροφή.
Από τα παιδικά χρόνια στον Πειραιά («Εκεί στις αναμνήσεις μου τις παιδικές βασίζεται ό,τι έκανα»), όταν στα επτά του ζωγραφίζει κάτι υπέροχα «Καράβια το ηλιοβασίλεμα» και στα 6,5 ξεκινά η παθιασμένη σχέση του με το θέατρο, βλέποντας τη θρυλική επιθεώρηση «Ξιφίρ Φαλέρ», με σκηνικά του Αραβαντινού που του αποκαλύπτουν τη μαγεία της θεατρικής σκηνής, ή ακούγοντας την «Αΐντα» στο Στάδιο.
Μέχρι να φέρει από το Παρίσι την Αθήνα και να αρχίσει να χτίζει τον προσωπικό του κόσμο με εργαλεία που που έδωσαν η βυζαντινή και η λαϊκή παράδοση. «Επιστροφή στην Ελλάδα, επίδραση από ρεκλάμες, Καραγκιόζη και Ματίς. Επιστροφή στον ανατολίτικο εξπρεσιονισμό», κατά τον ίδιο.
Η αφήγηση όλων όσοι επηρέασαν και διαμόρφωσαν τον Γιάννη Τσαρούχη, κάνοντάς τον να εξελιχθεί σε έναν από τους σημαντικότερους Ελληνες ζωγράφους, μέσα από έντεκα ενότητες κι ένα εξαιρετικό στήσιμο από τη σκηνογράφο Λίζη Πεζανού, ξεκινά με μια πανοραμική φωτογραφία του Πειραιά των αρχών του 20ού αιώνα και ολοκληρώνεται με την «Κεφαλή της Μέδουσας» που αντιγράφει από το Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
Πρόκειται για μια συναρπαστική αφήγηση, τεκμηριωμένη και αποκαλυπτική των ενδιαφερόντων του, από τον Καραγκιόζη μέχρι την κοπτική υφαντική και από τους ζεϊμπέκηδες έως τον υπερρεαλισμό. Μια τοιχογραφία των προσώπων που επέδρασαν στο έργο του, από τον Κόντογλου και τον Πικιώνη μέχρι τον Αγγελική Χατζημιχάλη και την Εύα Πάλμερ. Το δεύτερο μέρος, 1940-1989, προγραμματίζεται για τον Σεπτέμβριο του 2014.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΡΟΥΜΠΟΥΛΑ
dirouboula@pegasus.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου