Πόσο καιρό ακόμη θα μας ταλανίζει αυτο το κόμμα ;
Λεγόταν αυτό – από στηλών της «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ», της περισσότερο-από-εμβληματικής αυτής παρουσίας της δημόσιας ζωής της Μεταπολίτευσης που, παράξενο τώρα που το σκέφτομαι, ακολούθησε μια πορεία παράλληλη με εκείνην του ΠΑΣΟΚ – σε μια εποχή που o Γιώργος Παπανδρέου, πρόδηλα, έβλεπε ότι το πάλαι ποτέ διαλάμψαν Κίνημα είχε ξεπεραστεί από τα γεγονότα. Και, όντας γιος του Ανδρέα και όχι μόνον εγγονός του Γεωργίου, αναζητούσε μέσα του (με ποια νομιμοποίηση; του ότι ήταν Παπανδρέου: ας διαβάσει κανείς ξανά το Father Dancing/Δέκα μύθοι και μια Ιστορία του Νίκου Παπανδρέου, τα λέει όλα…) ένα νέο ξεκίνημα. Το δικό του, δηλαδή, προσωπικό «Ή αλλάζουμε, ή βουλιάζουμε». (Δεν άλλαξε).
Όμως, έχοντας υπάρξει κάτι πολύ περισσότερο από ένα κόμμα ή μια παράταξη ή ένας παραδοσιακός πολιτικός χώρος, το ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσε – και δεν μπόρεσε, άλλωστε – ούτε να αλλάξει, ούτε να επαναπροσδιοριστεί, ούτε να επανεκκινήσει. Εδώ, ο Κώστας Σημίτης που τον συνέδεαν με το ΠΑΣΟΚ τόσο απόλυτοι δεσμοί αντιπάθειας και απώθησης (αμοιβαίοι, αμοιβαίοι) και δεν έβγαλε πέρα το πράγμα με το βιωμένο ιδεολόγημα του Εκσυγχρονισμού, που όμως κράτησε ζηλότυπα τις δομές και την βαθύτερη λογική του ΠΑΣΟΚ… Όχι, το ΠΑΣΟΚ χρειαζόταν, πάντως τώρα που συναπάντησε στον δρόμο του την πραγματική πραγματικότητα και όχι την ιδεολογημένη εκδοχή της χρειάζεται, να αφήσει πίσω τον εαυτό του αλλά και όλα όσα εξέφρασε – αυτό σημαίνει το «να αυτοκαταλυθεί». Και να αναζητήσει εξαρχής «το άλλο». Το σήμερα γνήσιο.
Ε, η εικόνα του Βαγγέλη Βενιζέλου να κάνει το δικό του ξεκίνημα με το «Αρχίζουμε!», απόλυτη συνέχεια εκείνου του «Πάμε!» του ΓΑΠ με τα σηκωμένα μανίκια, θυμάστε; Μοναχικού και σχεδόν έκπληκτου Βαγγέλη στην φορτισμένη με την αίσθηση του άδειου αίθουσα της Ιπποκράτους, η εικόνα και μόνη αυτή δείχνει ότι ούτε το ΠΑΣΟΚ του Βαγγέλη Βενιζέλου την έχει την ικανότητα να αναμετρηθεί με τον εαυτό του. Να αυτοκαταλυθεί, να προσπεράσει τις μνήμες, να στερηθεί της προσδοκίας του «Όλου ΠΑΣΟΚ» (Βενιζέλεια η ρήση, Βενιζέλεια και η πρόσδεση με το κομματικό εικονοστάσι). Δηλαδή να διακινδυνεύσει, όπως όταν ο Αντρέας έπαιρνε τα βουνά και τις ραχούλες με την – τότε! – ονειροφαντασία του Τρίτου Δρόμου. (Αφήστε το τι ήταν, που δεν ήταν. Όμως αποτελούσε μιαν αναζήτηση. Έτσι άλλωστε στράτευσε).
Αν ο Βαγγέλης – Evangelos κατά Σώϋμπλε, οπότε έτσι θα καταγραφεί ως φαίνεται στην πολιτική μας ιστορία! – δεν κάνει εξ ανάγκης εκείνο που ο ΓΑΠ δεν τόλμησε, ή δεν άντεξε, ή δεν πρόκανε, σύντομα θα δει ότι πορεύεται σε αδιέξοδο. Όχι του δημοσκοπικά τρίτου ή πέμπτου κόμματος, όχι. Αλλά της απώλειας του καθοριστικού ρόλου του χώρου εκείνου – της Κεντροαριστεράς - που επί τρεις δεκαετίες το ΠΑΣΟΚ επικαθορίζει στην πολιτική σκηνή. Ρόλου απαραίτητου στις κρίσιμες ημέρες της διαμόρφωσης της μετεκλογικής κυβερνητικής ισορροπίας της Ελλάδας του 2012. Εκεί δηλαδή, εκεί ακριβώς όπου οι δεξιότητες του Βαγγέλη Βενιζέλου θα ήταν πολύτιμες…
Αυτή η προσδοκία ρόλου, και όχι η όποια προσέλευση των Πασόκων την Κυριακή στις κομματικές κάλπες – δηλαδή η σύγκριση με το 1.000.000 δημοψηφισματικών αρχικών ψηφοφόρων του ΓΑΠ στην πρώτη του αναμέτρηση, που μάλλον εν συνεχεία «κόντυναν» γύρω στις 700.000. ή πάλι η σύγκριση με τους υποτιθέμενους 295.000 μέλη και φίλους πριν την πτωτική περιδίνηση του Κινήματος – είναι που θα μετρήσει. Όμως ρόλος ουσιαστικός χωρίς εγκατάλειψη του παρελθόντος, δεν υπάρχει.
*Ο Αντώνης Παπαγιαννίδης είναι δημοσιογράφος.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου