Δίσεκτα έτη και Ημερολόγια
Αραγε τα δίσεκτα έτη είναι όντως γρουσούζικα ή απλώς
παρεξηγημένα; Μια ματιά στο παρελθόν αρκεί για να εκλείψουν οι φήμες
περί «τυχερών» και «άτυχων» ετών...
Οσο κι αν ψάξετε, σε οποιοδήποτε αρχείο των ελληνικών ληξιαρχείων, δεν πρόκειται να βρείτε ούτε έναν Ελληνα ή Ελληνίδα που να έχει ημερομηνία γέννησης από 16 έως 28 Φεβρουαρίου 1923! Οχι φυσικά γιατί δεν είχαμε ούτε μία γέννα σε μια ολόκληρη περίοδο 13 ημερών, αλλά γιατί απλούστατα το 1923 δεν είχε 365 ημέρες, όπως θα περίμενε κάποιος για ένα μη δίσεκτο έτος, αλλά αντίθετα είχε μόνο 352 ημέρες! Του έλειπαν δηλαδή οι 13 ημέρες μεταξύ 16 και 28 Φεβρουαρίου! Η ιστορία για το πώς έγινε αυτό έχει να κάνει με την εγκαθίδρυση του Νέου Ημερολογίου στη χώρα μας.
Οπως είναι γνωστό, το πρώτο σύγχρονο ημερολόγιο εισήχθη από τον Ιούλιο Καίσαρα, από τον οποίο έγινε γνωστό ως «Ιουλιανό», και άρχισε να ισχύει από το 45 π.Χ. Η δημιουργία του οφείλεται στον Ελληνα αστρονόμο Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια, ο οποίος, με βάση του υπολογισμούς του Ιππάρχου ότι η διάρκεια του έτους ήταν ίση με 365,242 ημέρες, θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες ενώ σε κάθε τέταρτο έτος προσέθετε ακόμη μία ημέρα μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου», που ονομάζονταν «bis sextus». Ετσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Αλλά και το Ιουλιανό Ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο. Γιατί παρόλο τον καλύτερο προσδιορισμό του ηλιακού έτους από τον Σωσιγένη, υπήρχε ακόμη μια μικρή απόκλιση αφού η διάρκεια του ηλιακού έτους είναι 365,242199 ημέρες. Ετσι το καθορισμένο από τον Σωσιγένη έτος είναι μεγαλύτερο του πραγματικού κατά 0,0078 της ημέρας, δηλαδή κατά 11 λεπτά και περίπου 13 δευτερόλεπτα. Κάθε τέσσερα όμως χρόνια το μικρό αυτό λάθος γίνεται περίπου 45 λεπτά, και κάθε 129 χρόνια φτάνει τη μία ολόκληρη ημέρα. Μέσα στα πρώτα 400 χρόνια από την εφαρμογή του Ιουλιανού Ημερολογίου το λάθος είχε φτάσει τις τρεις ημέρες, με αποτέλεσμα το 325 μ.Χ. η εαρινή ισημερία να συμβεί στις 21 Μαρτίου αντί της 25ης. Την χρονιά εκείνη έγινε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας και θέσπισε τον επονομαζόμενο «όρο της Νικαίας» για τον προσδιορισμό του εορτασμού του Πάσχα. Το λάθος, όμως, των περίπου 11 λεπτών συσσωρευόταν και η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν όλο και πιο νωρίς. Ετσι, ενώ την εποχή του Χριστού η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 23 Μαρτίου, το 325 μ.Χ. συνέβη στις 21 Μαρτίου και το 1582 μ.Χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 10 Μαρτίου, γεγονός που δημιουργούσε προβλήματα στον ακριβή καθορισμό του εορτασμού του χριστιανικού Πάσχα σύμφωνα με τον όρο που είχε θεσπίσει η Α΄ Oικουμενική Σύνοδος. Το 1572, τη χρονιά που εξελέγη Πάπας ο Γρηγόριος ΙΓ΄, ο ιησουίτης αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιους, με τη βοήθεια του αστρονόμου Λουίτζι Λίλιο, επεξεργάστηκε την ημερολογιακή μεταρρύθμιση, με την οποία η 5η Οκτωβρίου 1582 ονομάστηκε 15η Οκτωβρίου, για να διορθωθεί το λάθος των 10 ημερών που είχε συσσωρευτεί στους προηγούμενους 11 αιώνες.
Για να μην επαναληφθεί το λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου, ο Λίλιο εξαίρεσε από τα δίσεκτα έτη τα «επαιώνια», τα έτη δηλαδή των αιώνων, από τα οποία όριζε ως δίσεκτα μόνον όσα έχουν αριθμό αιώνων που διαιρείται με το 4. Με αυτή την τροποποίηση το έτος 1900 δεν ήταν δίσεκτο, ενώ αντίθετα το επαιώνιο έτος 2000 ήταν. Η τροποποίηση αυτή, δηλαδή, καθορίζει ότι σε κάθε 400 χρόνια έχουμε 97 δίσεκτα έτη αφού το λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου είναι 3 ημέρες και περίπου 3 ώρες κάθε 400 χρόνια. Μ’ αυτό τον τρόπο διορθώνουμε το λάθος των τριών ημερών, παραμένει όμως ένα λάθος περίπου τριών ωρών κάθε 400 χρόνια.
Φυσικά, το Νέο Ημερολόγιο (το επονομαζόμενο Γρηγοριανό) δεν έγινε άμεσα αποδεκτό, ενώ οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας διαμαρτυρήθηκαν έντονα στη Ρώμη, κι έτσι το Ιουλιανό Ημερολόγιο παρέμεινε σε ισχύ σε όλα τα ορθόδοξα κράτη. Το 1919 η ελληνική Πολιτεία ανακίνησε το ημερολογιακό θέμα, οπότε ύστερα από γνωμάτευση μιας ειδικής επιτροπής η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε παμψηφεί ότι «η μεταβολή του Ιουλιανού Ημερολογίου μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους δύναται να γίνει.... η δε Πολιτεία είναι ελευθέρα να δεχθεί το Γρηγοριανόν ως ευρωπαίον ημερολόγιον».
Ετσι η ελληνική Πολιτεία, με το νομοθετικό διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1923, αντικατέστησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και όρισε την έναρξη της εφαρμογής του τη 16η Φεβρουαρίου 1923, την οποία ονόμασε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ημέρες από το έτος 1923, γιατί στις 10 ημέρες λάθους μεταξύ Γρηγοριανού και Ιουλιανού από το 325 έως το 1582 είχε επέλθει καθυστέρηση και άλλων τριών ημερών στα περίπου 340 χρόνια που είχαν παρέλθει από την πρώτη εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου. Γι’ αυτό άλλωστε το έτος 1923 στην Ελλάδα δεν είχε 365 ημέρες αλλά 352, οπότε και κανένας Ελληνας δεν έχει πιστοποιητικό γέννησης με ημερομηνία από 16 έως 28 Φεβρουαρίου 1923.
ΥΓ.: Η παρανόηση του λαού ότι τα δίσεκτα έτη είναι «γρουσούζικα» ίσως να προέρχεται από τη λανθασμένη αντίληψη της ετυμολογίας και της ορθογραφίας του πρώτου συνθετικού της λέξεως «δίσεκτο». Αντί δηλαδή του σωστού «δις» με γιώτα (που σημαίνει δύο φορές) να εννοείται λανθασμένα το αχώριστο προθεματικό μόριο «δυς» με ύψιλον που έχει την έννοια της δυστυχίας, «της δυσκολίας, της κακής καταστάσεως ή του απευκταίου αποτελέσματος».
* Ο κ. Διονύσης Π. Σιμόπουλος είναι επίτιμος διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου