Νόμος είναι το δίκιο το δικό μου
Την αλήθεια τόλμησε να πει ο άνθρωπος και πεσανε πάνω να
τον φάνε.
-Εξακοσα ευρώ παίρνουμε ρε μα…
Κραύγαζε, μεταξύ άλλων, ένας ανάμεσα στο πλήθος.
Εξακόσια ευρώ σημειώστε ότι έφτασε ο μισθός των υπαλλήλων
καθαριότητας, οι οποίοι αμειβόντουσαν, επί σειρά ετών, με χίλια διακόσια ευρώ μηνιαίως
για κάτι λίγες ώρες απασχόλησης.
Δεν λέω δουλειά δύσκολη αλλά δεν τους έβαλε κάποιος με το
ζόρι να την κάνουν.
Την επέλεξαν μόνοι τους και, μάλιστα, φίλησαν κατουρημένες
ποδιές για να την αποκτήσουν.
Κι αν υποθέσουμε ότι ένας υπάλληλος καθαριότητας αμείβεται
με 1200 ευρώ, ο εκπαιδευτικός,
ο γιατρός, ο μηχανικός, με πόσο πρέπει να αμειφτεί ;
Κι αν δεν έχει το ταμείο να δώσει τα χρήματα αυτά τότε τι
γίνεται ;
Ακολουθούμε τη μέθοδο του ‘’αειμνήστου’’ να παίρνουμε
κάθε έξι μέρες ένα δάνειο που θα το πληρώσουν άλλοι μετά είκοσι έτη ;
Δεν είναι έτσι αδέλφια.
Όπως στο σπίτι μας βαδίζουμε, οι περισσότεροι πιστεύω, συνετά,
το ίδιο πρέπει να γίνεται και στο κράτος.
Είναι φαύλη και επικίνδυνη η αντίληψη ότι το κράτος πρέπει
να αναλαμβάνει να πληρώνει ότι του κατεβάσει του καθ’ ενός η γκλάβα.
Για τον απλούστατο λόγο ότι το κράτος είμαστε εμείς και ο
λογαριασμός θα έρθει στην πόρτα μας.
Με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο. Αργά
ή γρήγορα. Σε εμάς ή στα παιδιά μας ή στα αδέλφια μας ή στους γονείς μας. Κάποιος
δικός μας θα την πληρώσει την νύφη αν όχι εμείς οι ίδιοι.
Αφού φτάσαμε, λοιπόν, να χρεοκοπήσουμε ήρθαν οι λογιστάδες
απ’ έξω να βάλουν μια τάξη.
Θυμάστε μια εκπομπή στη τηλεόραση που φώναζαν ένα Σαμοϊλη
να τους νοικοκυρέψει ;
Κάπως έτσι έγινε και με μας αφού ‘’μαζί τα φάγαμε’’.
Ποιος αρνείται να μπει σε τάξη;
Αυτός που έμαθε από μικρός να παίρνει χωρίς να δίνει !
Τέτοιους δυστυχώς η κοινωνία μας έχει πολλούς.
Από την εποχή του ‘’Τσοβόλα δωσ’ τα όλα’’, μέχρι σήμερα, μιλιούνια κακομαθημένοι εξετράφησαν
από την πολιτική ελίτ , που είναι και η άμεσα υπεύθυνη για όλη αυτή την κατάντια.
Στίφη δημοσυντήρητων στις παρυφές της εξουσίας που έγλειφαν
κι από ένα κοκαλάκι όταν οι άλλοι έτρωγαν όλο το βόδι.
Έτσι έμαθε και ο αγενώς διαμαρτυρόμενος, υπάλληλος της καθαριότητας,
να αμείβεται με 1200 ευρώ για μια δουλειά που άλλος στη θέση του θα την έκανε
με πεντακόσια- νέτα σκέτα- και θα έκανε και δέκα τούμπες. Διότι τα 1200 ευρώ του
αγενούς μας στοίχιζαν, επιεικώς, πάνω από 2500 ευρώ το μήνα αν υπολογίσετε τα ασφάλιστρα
του, τα εφ’ άπαξ του, τις κοπάνες του, τις αρρώστιες του και τις λαμογιές του.
Για αυτό στις άλλες χώρες τις δουλειές αυτές τις έχουν εργολάβοι
και όχι δημαρχαίοι που θέλουν να κάνουν καριέρα στη καμπούρα μας.
Η νοοτροπία όμως του άρρωστου πολιτικού μας συστήματος,
της ανάπτυξης δηλαδή πελατειακών σχέσεων
με το εκλογικό σώμα για ίδιο όφελος, δημιούργησε
όλες αυτές τις στρατιές των κακομαθημένων.
Κάθε λογής άνθρωποι και ανθρωπάκια, που έμαθαν να σέρνονται
έξω από τα βουλευτικά και υπουργικά γραφεία και να ζητούν απίθανες εξυπηρετήσεις,
που άπασαι εγένοντο ασμένως δεκτές προς διεκπεραίωση.
Από κοντά και οι συνδικαλησταρχοι, παραδίπλα οι συγγενείς,
οι κολλητοί, οι κουμπάροι, οι παρατρεχάμενοι. Λεφουσι αμέτρητο που δεν είχε
τελειωμό.
Που να χωρέσουν τόσοι νοματαίοι σε ένα κράτος μια σταλιά
;
Γι αυτό είπε, ο χριστιανός, πως χρειαζόμαστε τριπλάσιους εργαζόμενους
για να φέρουμε βόλτα μια δουλειά.
Αφού είμαστε υπεράριθμοι, στριμωχνόμαστε να κάνουμε μια δουλειά
με αμφίβολο, μάλιστα, αποτέλεσμα.
Πώς να το δεχτεί, όμως, αυτό εκείνος που έγλειψε, σούρθηκε
και κερατώθηκε για να αποκτήσει τη δουλίτσα ;
Γι αυτό και ωρύεται τώρα ξεσπώντας σ’ αυτόν που απλά είπε
την αλήθεια.
Αυτή την αλήθεια έπρεπε εδώ και πέντε χρόνια να έχει τολμήσει
να την πει σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, ζητώντας ταπεινά συγγνώμη από τον λαό
που τον έμπλεξε σε τέτοια περιπέτεια.
Αυτοί όμως αλαζόνες και αμετανόητοι, από τη φύση τους,
δεν καταδέχτηκαν να εξιλεωθούν μπροστά στο λαό.
Κι ο λαός τραβώντας τη δική του ανηφόρα, με μπροστάρη μια
αναξιόπιστη και ξεγραμμένη φάρα, κακομαθημένος και απαίδευτος, απαιτεί με αγένεια και ανερυθρίαστα
τα ‘’και καλά’’ κεκτημένα.
Πως, πότε και από πού δεν μπήκε ποτέ στο κόπο να αναρωτηθεί,
γιατί έτσι πρόσταζε η παντιέρα, που άνοιγε το δρόμο στη χρεοκοπία, που του την παρουσίαζαν
για παράδεισο :
ΝΟΜΟΣ
ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΙΚΙΟ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΗ.
Άμα για να υπάρξει εργάτης ,πρέπει να υπάρχει εργοστάσιο,
άρα χρήματα, άρα εργοδότης.
Η παντιέρα όμως δεν γούσταρε τους εργοδότες, γι αυτό και
στριμωχτήκαμε όλοι στο δημόσιο κι έτσι το σύνθημα, με τη δυναμική του όχλου,
που κατηφόριζε στη γη της επαγγελίας, σύντομα μετατράπηκε :
ΝΟΜΟΣ
ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΙΚΙΟ (ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΟΣ ΜΑΣ ΚΑΙ
ΚΥΡΙΩΣ) ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου